Η πολιτική και οι δηλώσεις του Γιώργου Γεραπετρίτη προκαλούν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τον χειρισμό κρίσιμων ζητημάτων εξωτερικής πολιτική...
Ο Υπουργός επιμένει να παρουσιάζει τον διάλογο ως την ιδανική επιλογή για την αντιμετώπιση των διαφορών με την Τουρκία, υποβαθμίζοντας συστηματικά την απειλή που συνιστά η συνεχής τουρκική προκλητικότητα. Η στάση αυτή μοιάζει να παραγνωρίζει το γεγονός ότι η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται για ειλικρινή συνεννόηση, αλλά για την επιβολή των δικών της όρων. Ο διάλογος, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, δεν είναι πολιτική διαχείριση· είναι πολιτική υποχώρηση.
Η αναφορά στον Σμηναγό Ηλιάκη από τον κ. Γεραπετρίτη ήταν ιδιαίτερα ατυχής και αποκαλυπτική μιας ανησυχητικής νοοτροπίας. Ο ηρωικός θάνατος του Σμηναγού δεν ήταν αποτέλεσμα «έλλειψης διαλόγου», όπως υπονοεί ο Υπουργός, αλλά της τουρκικής επιθετικότητας. Η χρήση της θυσίας του ως επιχείρημα για να προωθηθεί μια πολιτική υποχωρητικότητας είναι τουλάχιστον ανεύθυνη και δείχνει πλήρη έλλειψη κατανόησης του ιστορικού και στρατηγικού πλαισίου.
Η τριχοτόμηση της εξωτερικής πολιτικής σε διάλογο, αδράνεια ή πόλεμο είναι ένας ψευδεπίγραφος διχασμός. Υπάρχει και μια τέταρτη επιλογή, που ο Υπουργός αγνοεί: η στρατηγική αποτροπή. Η διατήρηση μιας σθεναρής στάσης, ο σχεδιασμός αποτρεπτικών μέτρων και η ανάδειξη των εθνικών συμφερόντων στη διεθνή σκηνή είναι η μόνη βιώσιμη πολιτική για μια χώρα που απειλείται.
Η προσπάθεια του κ. Γεραπετρίτη να αποδώσει την ευθύνη για την εξωτερική πολιτική αποκλειστικά στον Πρωθυπουργό και τα συλλογικά όργανα είναι προβληματική. Ως Υπουργός Εξωτερικών, έχει ευθύνη να διατυπώνει και να εφαρμόζει στρατηγικές που διασφαλίζουν την κυριαρχία και τα δικαιώματα της χώρας. Η διαρκής επίκληση της συλλογικής ευθύνης δείχνει έναν πολιτικό που αποφεύγει να αναλάβει προσωπική ευθύνη.
«Δεν μπορώ να ανεχθώ ότι αυτή τη στιγμή μπορεί να υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι χαρακτηρίζουν τον οποιοδήποτε υπουργό Εξωτερικών ή τον οποιονδήποτε πρωθυπουργό ως μειοδότη», ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, με αφορμή τις δηλώσεις του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά, για τον οποίο ωστόσο είπε πως σέβεται.
«Eγώ δεν θα το πω ποτέ για κανέναν, ακόμη και αν διαφωνώ με την ουσία της άσκησης εξωτερικής πολιτικής, συνέχισε μιλώντας στο ραδιόφωνο του Real. Θεωρώ ότι είναι χρέος μου εθνικό να θέτω την γνώμη μου, να θέτω εκείνο το οποίο θεωρώ ότι είναι σύμφωνο με το εθνικό δίκαιο, αλλά να στηρίζω την εθνική μας γραμμή»
«Eπειδή ακριβώς είχα μία πιστή γραμμή, η οποία είναι η γραμμή του διαλόγου, της ειρηνικής επίλυσης της διαφοράς, της ενίσχυσης της διεθνούς θέσης της χώρας υπήρξαν ορισμένες πηγές, οι οποίες με χαρακτήριζαν με απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς», σημείωσε, ενώ ξεκαθάρισε: «δεν πρόκειται να αποθαρρυνθώ από εκείνους, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν το μονοπώλιο του πατριωτισμού. Εκείνο, το οποίο ισχύει, είναι ότι εάν εγώ βρίσκομαι στη θέση να υποστηρίξω τη χώρα, χωρίς να κάνω παραχωρήσεις και να δημιουργήσω μία ειρηνική και ασφαλή γειτονιά για τις μελλοντικές γενιές που θα έρθουν, τότε δεν θα πτοηθώ από τους χαρακτηρισμούς».
«Δεν μου επιτρέπεται, ως εκ της θέσεώς μου, να σχολιάσω την άσκηση της αρμοδιότητας του Πρωθυπουργού», σημείωσε και πρόσθεσε: «Η εξωτερική πολιτική στην Ελλάδα δεν ασκείται από εμένα. Ασκείται με βάση το Σύνταγμα από τα συλλογικά όργανα, δηλαδή από το Υπουργικό Συμβούλιο και από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Εξωτερικών και ‘Αμυνας, υπό την κατεύθυνση του Πρωθυπουργού. Και αυτή είναι η πολιτική, η οποία υλοποιείται από την κυβέρνηση και υιοθετείται και από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία».
Για τον ίδιο τον Αντώνη Σαμαρά, τόνισε ότι σέβεται ιδιαιτέρως τόσο αυτόν, «όσο και την ιστορική του διαδρομή και τη συμβολή του στη χώρα».
Ο υπουργός Εξωτερκικών τόνισε επίσης πως στα θέματα εξωτερικής πολιτικής υπάρχουν τρεις δρόμοι, ανέφερε: «Υπάρχει ο δρόμος του διαλόγου. Συζητούμε με την Τουρκία και μπορούμε, μολονότι εκφράζονται οι διαφωνίες μας και εκφράζονται με έναν τρόπο ο οποίος είναι ανοιχτός και εν πολλοίς ειλικρινής, παρά ταύτα, να μπορούμε να συνεργαζόμαστε για να προλαμβάνουμε κρίσεις και να χτίζουμε τουλάχιστον σε αυτά, τα οποία μας ενώνουν. Είναι σημαντικό σε ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον να μπορούμε να συζητούμε και να διαμορφώνουμε μια γειτονιά ηρεμίας και ειρήνης».
Ο δεύτερος δρόμος, ανέφερε είναι αυτός της αδράνειας, «ο οποίος μας λέει ότι δεν συζητούμε, δεν προάγουμε διάλογο. Και στην περίπτωση αυτή το μόνο που κάνουμε είναι να αναμένουμε την επόμενη ένταση και κρίση, η οποία νομοτελειακά θα έρθει. Δεν είναι η άποψη της κυβέρνησης και δεν είναι η δική μου άποψη».
«Η αδράνεια και η ακινησία δεν μπορεί να είναι επιλογή, διότι στην πραγματικότητα αυτό που πράττει είναι να διευρύνει τις διαφορές, να δημιουργεί περαιτέρω εντάσεις. Και ανά πάσα στιγμή να βρισκόμαστε στον κίνδυνο να έχουμε ένα θερμό επεισόδιο και να έχουμε μία νέα περίπτωση Σμηναγού Ηλιάκη», τόνισε.
«Και υπάρχει και ένας τρίτος δρόμος, ο οποίος είναι ο πόλεμος», σημείωσε. «Μεταξύ αυτών των τριών δρόμων η δική μας επιλογή είναι η επιλογή του διαλόγου. Μία επιλογή, η οποία έρχεται με σύνεση και με σωφροσύνη, χωρίς να είμαστε αιθεροβάμονες ή να ακροβατούμε.
Σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να πορεύεται με ηγέτες που αντιμετωπίζουν την εξωτερική πολιτική ως πεδίο διαχείρισης εντυπώσεων. Οι δηλώσεις και οι πράξεις του κ. Γεραπετρίτη αποδεικνύουν ότι ακολουθεί μια στρατηγική χαμηλών προσδοκιών, που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες της χώρας. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι μεγάλες προκλήσεις απαιτούν αποφασιστικότητα και όραμα. Δυστυχώς, αυτές οι αρετές φαίνεται να απουσιάζουν από την παρούσα ηγεσία.
COMMENTS